Ο γάμος του Γεωργίου Κουντουρά το 1880
Όπως κάθε χρόνο έτσι κι’ εφέτος περάσαμε το καλοκαίρι στο σπίτι μας, στο Σκόπελο της Γέρας. Οι φίλοι μας οι Γεραγώτες, παρά την οικονομική κρίση που χτύπησε πια και το νησί, μοιάζαν κάπως αισιόδοξοι γιατί οι ελιές πήγαιναν καλά κι αναμενόταν η χρονιά νάναι μαξουλοχρονιά. Ξέρετε τι θα πει μαξούλι; Μαξούλι είναι η σοδειά, η συγκομιδή. Μαξουλοχρονιά λοιπόν το 2012. Η λέξη μου έφερε στο νου τα χειρόγραφα του Γεωργίου Κουντουρά – πατέρα του παιδαγωγού Μίλτου Κουντουρά – που παντρεύτηκε κι’ αυτός μια μαξουλοχρονιά, το 1880.
Ο Γεώργιος Κουντουράς είχε αρραβωνιαστεί την Ειρήνη, υστερότοκη κόρη του Γεωργίου Χατζηγιάννη, τον Ιούλιο του 1877. Ο πατέρας της Ειρήνης για να προικίσει την κόρη του, εκτός από τα ελαιοκτήματα που της έδινε με το προικοσύμφωνο του αρραβώνα, αγόρασε κι’ ένα οικόπεδο για να κτίσει σπίτι, για τον γαμπρό του Γεώργιο Κουντουρά. Δυστυχώς όμως, πριν να ολοκληρωθεί η κατασκευή του σπιτιού, ο πατέρας Χατζηγιάννης πέθανε (1879) και το σπίτι είχε μεν κτιστεί αλλά ήταν ακόμη ασοβάντιστο.
Σε «Ημερολόγιο γραφέν χάριν περιεργείας υπ’ εμού του Γεωργίου Ι. Κουντουρά» διαβάζουμε:
«Τα σπίτια ετελείωσαν και ήθελαν μόνον χρίσιμο, τότε πλέον και εγώ εζήτησα να με υπανδρεύσουν, ηρνήθησαν διαρρήδην αλλά και εγώ επέμεινα, τοις έφερα διαταγήν από την Μητρόπολιν ζητών να τελειώσουν το χρίσιμον του σπιτιού και να με υπανδρεύσουν, ο Γιαννάκης επιμένει όχι δι’ άλλο, παρά διότι ήτον μαξουλοχρονιά και εφοβείτο μη συνάξω εγώ το εισόδημα της προικός μου, επί τέλους τη επεμβάσει του μακαρίτου Γε. Πουγάτσα , μπατζανάκη μου, μοι έδωσαν τον λόγον τους να τελεσθή ο γάμος κατά Νοέμβριον του 1880, αφού πρώτα έδωσα και εγώ τον λόγον μου να τους αφήσω το εισόδημα των ελαιών αυτής της χρονιάς.
Αμ’ έπος αμ’ έργον, κατά Ιούλιον του 1880 μετέβην εγώ εις Σμύρνην διά να ψωνίσω διά το μαγαζί μας, λοιπόν διά να τους δώσω να εννοήσουν ότι δεν είναι αστεϊσμοί τα λεγόμενά μου, αλλά είχον απόφασιν στερεάν να πανδρευθώ, εψώνισα όλα τα απαιτούμενα, δηλαδή οικιακά έπιπλα, νυφικά φορέματα και λοιπά, κατέβημεν εις Κάμπον, προσεκάλεσα μίαν μοδίσταν έκοψε και έραψε τα νυφικά και ότι άλλο απαιτείτο το έκαμα, περί τα τέλη δε Αυγούστου ήμουν κατά πάντα έτοιμος, όχι όμως και αυτοί, ο Κύριος Γιαννάκης ο κουνιάδος μου, (διότι αυτός διηύθυνε το σπίτι), δεν αποφάσιζε να βάλη σουβατζήδες να χρίσουν το σπίτι, εύρισκεν πάντοτε προφάσεις, διά να παρέρχεται ο καιρός, φοβούμενος πάντοτε μην αθετήσω εγώ τον περί εισοδήματος λόγον μου, εξ ενός, και εξ άλλου διά να έχη την Ειρήνην να μαζεύη ελαίας, τοιούτους λογαριασμούς έκαμε πολλούς.
Περί τα μέσα Σεπτεμβρίου έπιασα και πάλιν τον Πουγάτσαν, τον λέγω, «εάν κατά τα τέλη, το πολύ – πολύ Οκτωβρίου δεν γίνει ο γάμος, η δουλειά μας είναι χαλασμένη και προς γνώσιν σας», τότε πλέον τη επεμβάσει και δραστηριότητι αυτού, απεφάσισεν και έβαλεν μαστόρους και έχρισε το σπίτι, απεφασίσθη δε να γίνη ο γάμος κατά των Ταξιαρχών.
Όταν επλησίασαν αι ημέραι, ένα βράδυ μέ προσεκάλεσαν εις το σπίτι διά να κάμωμεν το προικοσύμφωνον, διότι αμέσως μετά τους αρραβώνας μας, ο Γιαννάκης έβαλεν τον πατέρα του και τοις έκαμε διαθήκην την μένουσαν περιουσίαν του να την διανέμουσιν οι δύο υιοί του, αφήσας εις μεν την θυγατέρα του Βασιλήνα ένα περιβόλι εις Κάμπους εις δε την Αφροδίτην ένα κτηματάκι, εις την Ειρήνην τίποτε, ένεκα λοιπόν τούτου αυτοί υποπτεύοντο, μήπως εγώ απαιτήσω το περιπλέον από την προίκα μου.
Λοιπόν, μετέβημεν εις το σπίτι τους με λέγουν ότι επειδή εις το εις Λάκοι ελαιόκτημα έχομεν και άλλο ακόμη εκεί κοντά θα προσθέσωμεν εν μέρος ακόμη εις το ιδικόν σου, πολύ καλά τοις είπον αφού έχετε την ευχαρίστησιν, και εγώ το δέχομαι να το δώσετε εις το δείνα μέρος, όχι με λέγουν θα το δώσωμεν εις το δείνα, τοις είπον ότι δεν θέλω, αλλά κατόπιν από πολλάς συζητήσεις και ουκ ολίγα μαλώματα, παρεδέχθην κατά την γνώμην των, διότι εγώ ανέκαθεν δεν ήμουν απαιτητικός όσον αφορά την προίκα, και ούτω έληξεν και η κωμωδία αυτή.
Λοιπόν, ετοιμάσθημεν και την προσεχή Κυριακήν 9 Νοεμβρίου τω 1880 έγινε η στέψις μας.
Προ τριών τεσσάρων μηνών από της υπανδρείας μου, συνεταιρίσθημεν μετά του μακαρίτου Αντωνίου Σκαρλάτου, μοι επρότεινε λοιπόν να με κουμπαριάση, καθώς και εγώ το εδέχθην ούτω λοιπόν τους στεφάνους αντήλλαξεν η Ελένη σύζυγος του Σκαρλάτου, ο γάμος έγινε εκ των πρώτων της εποχής εκείνης, μετά εκλεκτής μουσικής και με όλην την εκλεκτήν κοινωνίαν των χωρίων της Γέρας, …, με αρκετούς καλεσμένους και Χριστιανούς και Τούρκους.»
Η φωτογραφία του γάμου του Γεωργίου Κουντουρά με την Ειρήνη Χατζηγιάννη είναι μία μοναδική, για την εποχή εκείνη, καταγραφή κοινωνικού γεγονότος στο Σκόπελο της Γέρας.
Από την έρευνα, που έκανα στο Αρχείο του Κουντουρά, συμπεραίνω ότι ο φωτογράφος είναι ο Ιωάννης Γ. Φεργαδιώτης, Φωτογράφος Σμύρνης.
Η φωτογραφία, εκτός από την αισθητική αξία που έχει, αποτελεί και σημαντικό ιστορικό ντοκουμέντο. Μέσα από αυτή βλέπει κανείς τον ξενόφερτο τρόπο ένδυσης, που είχε υιοθετηθεί τότε από ορισμένα κοινωνικά στρώματα, να συνυπάρχει με τα τούρκικα φέσια της Ανατολής και τον ξυπόλυτο γαβριά (τέταρτος από αριστερά, δίπλα στους μουζικάντηδες).
Οι μουζικάντηδες ποζάρουν σε πρώτο πλάνο, αριστερά και δεξιά του ζευγαριού, το οποίο πλαισιώνεται από την κουμπάρα, Ελένη Σκαρλάτου και τον κουμπάρο, Αντώνιο Σκαρλάτο.
Αναζητώντας στοιχεία για το φωτογράφο Ιωάννη Γ. Φεργαδιώτη, που ήλθε αποκλειστικά στο Σκόπελο από τη Σμύρνη για να φωτογραφίσει αυτόν τον γάμο, κατέφυγα στο βιβλίο του Άλκη Ξ.Ξανθάκη με τίτλο «Ιστορία της Ελληνικής Φωτογραφίας, 1839 – 1970».
Στο βιβλίο αυτό δεν βρήκα οποιαδήποτε αναφορά στον συγκεκριμένο φωτογράφο της Σμύρνης, βρήκα όμως κάτι που έμμεσα καθιστά τη φωτογραφία του γάμου του Γεωργίου Κουντουρά μοναδική στο είδος της.
Στην Αθήνα το 1880 παντρεύτηκε ο (τότε) διάδοχος Κωνσταντίνος την πριγκίπισσα Σοφία, αδελφή του αυτοκράτορα της Γερμανίας Γουλιέλμου Β΄. Ο γάμος έγινε στη Μητρόπολη των Αθηνών. Για το φωτογράφο του πριγκιπικού γάμου Ιωάννη Λαμπάκη, ο Άλκης Ξανθάκης γράφει στο βιβλίο του: «Ο φωτογράφος φωτογράφισε τους νεονύμφους έξω από τη Μητρόπολη. Πρόκειται για μοναδική φωτογραφία, την πρώτη γαμήλια στην Ελλάδα».
Ως μη ειδικοί δεν γνωρίζουμε αν και η φωτογραφία του γάμου του Γεωργίου Κουντουρά, που έγινε επίσης το 1880, είναι φωτογραφία μοναδική και η πρώτη γαμήλια στην τότε τουρκοκρατούμενη Λέσβο.
Αν όμως είναι και η πρώτη τότε αξίζουν το θαυμασμό μας: ο Γεώργιος Κουντουράς, που δεν άφησε αφωτογράφητο το γάμο του και ο καλλιτέχνης Ιωάννης Φεργαδιώτης, που απαθανάτισε, με απαράμμιλο τρόπο, τη μεγάλη στιγμή.
Ευαγγελία Καπετάνου
Το άρθρο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στην ιστοσελίδα Νε@νικά.