Σχολείο και ζωή – 1.Όνειρο και ζωή

Ο Μίλτος Κουντουράς στη Γερμανία, Südende - Berlin, 1926.

Σχολείο και ζωή – 1.Όνειρο και ζωή

του Μίλτου Κουντουρά

 Το πόσο η πραγματικότητα είναι μακριά από τη θεωρία και την ονειροπόληση το ήξερα πάντα πολύ καλά εγώ που άλλο δεν έκανα ποτέ στη ζωή μου παρά να ονειροπολώ και να κάνω σχέδια για το μέλλον. Η πραγματικότητα ήρθε πάντα πολύ γρήγορα να μου ανατρέψει τα σχέδιά μου με τον ειρωνικότερο και τον εξευτελιστικότερο τρόπο. Όμως ποτέ δεν έβαλα γνώση, γιατί δεν είν’ εύκολο κανείς ν’ αλλάξει τη ψυχοσύνθεσή του, όταν μάλιστα η θεληματική αλλαγή άλλο δε θάταν παρά πόνος και μαρτύριο εξίσου οδυνηρό με τις απογοήτεψες που απολαβαίνει κανείς κατά την καταστροφή των ονείρων του. Ίσως και χειρότερα μάλιστα, γιατί το να στραπατσάρει η πραγματικότητα τα ονειροπολήματά σου είναι έντονες αλλά περαστικές εποχές που τις εξαφανίζει σε λίγο το νέο όνειρο, ενώ η απάρνηση κάθε ονείρου για φύσεις σαν τη δική μου, είναι παντοτινό μαρτύριο που μοιάζει με ξόφλημα της ζωής και με ζωντανό θάνατο.

Έτσι και τώρα. Τρία χρόνια στη Γερμανία ονειρευόμουνα την ωραία επιστροφή μου στην Ελλάδα. Ονειροπολούσα και έπλαθα μες στη φαντασία μου το μελλοντικό Σχολειό, που θα ήταν κάτι καλύτερο απ’ ότι είδα έξω και που θάταν κάτι πρωτοφανέρωτο και πρωτάκουστο στον τόπο μας. Έτσι γύρισα πίσω το Σεπτέμβριο του 1926 γεμάτος όνειρα, γεμάτος σχέδια, γεμάτος όρεξη και ορμή. Το τι έγινε κατόπι ήταν φρικιαστικό: Αντί νέου Σχολειού δικού μου ένα ερείπιο, αντί Μυτιλήνης οι Σέρρες, αντί γόνιμης και δημιουργικής δράσης η τρομαχτική αρρώστια των Σερρών. Έτσι ο χρόνος αυτός πέρασε γεμάτος πόνο και εξάντληση, τόσο οικονομική όσο και ηθική. Μια ωραία στιγμή δημιουργίας στο Σχολειό των Σερρών, ύστερα έξι μήνες αρρώστιας, κινδύνων, περιπλάνησης, πικρίας. Με κυνήγησαν όχι πια μονάχα οι κακές ελληνικές συνθήκες, αλλά και μια ύπουλη και δύστροπη μοίρα, που φυσικά δεν είχα καμιά δύναμη για ν’ αντιπαλαίσω στα χτυπήματά της.

Είχα ονειρευθεί τη Μυτιλήνη τόπο του Νέου Σχολειού, που δε θάταν πια Σχολειό, αλλά κάτι άλλο, μια ιδανική Πολιτεία, ένα πανελλήνιο παιδαγωγικό κέντρο, ένας τόπος πολιτισμού. Χρειαζόταν χρήματα, πολλά χρήματα. Στη Χίο ο Καλβοκορέσης έδειξε αδιαφορία, στη Μυτιλήνη οι φίλοι μου ενθουσιάζονταν μονάχα όση ώρα τους μιλούσα για τα ζητήματα αυτά. Είδα πως έμεινα μονάχος και πως δεν είχα τίποτε άλλο να κάνω παρά να τραβήξω μοιραία στην οποιαδήποτε θέση μου καραδοκώντας άλλη κατάλληλη στιγμή. Μέσα στις οπτασίες και τα παραληρήματα της αρρώστιας μου στις Σέρρες, τα αγαπητά όνειρά μου ξεδιπλώνονταν εντατικότερα. Όταν συνήλθα κι άρχισα να γίνομαι καλά, είδα καθαρά όλο το ναυάγιο. Μια πικρία και μια απογοήτεψη ενωμένη και με τη σωματική αδυναμία με συνεπήρε ολόκληρο. Με τύλιξε η μελαγχολία και η αποθάρρυνση. Αισθανόμουνα τον εαυτό μου σαν τον παλαιστή που τη στιγμή που παρουσιαζόταν στο στίβο για να παλαίψει ένα τυχαίο μπερδούκλωμα  τονε στρώνει καταγής φαρδύ – πλατύ προτού ακόμα αρχίσει την πάλη. Έτσι τώρα θλιβερός αποσέρνεται στο δωμάτιό του και φέρνει βόλτες μονάχος και σιωπηλός εκεί, κλαίοντας την τύχη του.

Όμως η φύση μου δεν πέθανε! Όταν μετά έξι μηνών παραδαρμό στο κρεβάτι γύρισα πάλι στη νέα θέση μου, στο Διδασκαλείο Κοριτσιών της Θεσσαλονίκης, κάποια νέα οράματα μελλοντικής εργασίας άρχισαν ν’ αναθάλλουν μέσα μου. Φοβόμουνα θεληματικά να τα προκαλώ όπως άλλοτε και συχνά κουραζόμουνα τώρα να επιμένω στο ξετύλιγμά τους. Όμως αυτά ξανάρχουνταν πάλι και ονειροπολούσα πάλι συχνά πως κ’ εδώ κάτι θα μπορούσε να γίνει. Ήμουνα γεννημένος για το όνειρο, το έβλεπα αυτό πάλι κ’ αισθανόμουνα πολλές φορές παρηγοριά, γιατί αυτό μού μετρίαζε τα φυσικά μου ελαττώματα. Είναι αλήθεια πως η αποτυχία της πραγματοποίησης των ονείρων μ’ έκαμε πιο πολύ προληπτικό και απαισιόδοξο, απ’ ότι φυσικά ήμουνα, όμως το όνειρο πάλι ήταν που παρά την τωρινή απαισιοδοξία  μ’ έκαμνε αισιόδοξο για ένα απώτερο μέλλον και που η παντοτινή αυτή απασχόληση και προσήλωση μ’ έκαμνε πολλές φορές, παρά τις προσωρινές πικρές αποτυχίες και απογοητεύσεις, να πετυχαίνω στο τέλος ό,τι συχνά ονειρεύτηκα. Έτσι με την ευχή αυτή μέσα μου, αν και κουρασμένος πολύ, ήρθα στο τέλος του Σχολικού Χρόνου στη θέση μου, μολονότι μέρες μονάχα για φέτος θα διεύθυνα το σχολειό τούτο. Ήθελα μονάχα να δω τη λειτουργία και να γνωρίσω το προσωπικό του για να ετοιμάσω, έλεγα, το Σεπτέμβριο και το πρόγραμμα του ερχόμενου έτους. Πάντα το όνειρο!

 

9 Ιουνίου 1927