Σχολείο και ζωή – 3.Το «Διδασκαλείον Θηλέων» Θεσσαλονίκης

Διδασκαλείο Θηλέων Θεσσαλονίκης, συγκέντρωση του σχολείου στην αυλή.

Σχολείο και ζωή – 3.Το «Διδασκαλείον Θηλέων» Θεσσαλονίκης

του Μίλτου Κουντουρά

Επιστρέφοντας από την Ευρώπη το Σεπτέμβριο του 1926 πέρασα από την Αθήνα και από τον «Εκπαιδευτικό Όμιλο». Τότε είπα στους γνωστούς μου, που ίσχυαν κάπως, ότι ήθελα να διορισθώ σε κάποια επαρχία για να έχω ησυχία κ’ ελευθερία να εργασθώ όπως εγώ θα ήθελα, η επαρχία όμως αυτή έπρεπε να προσφέρει κάποιες προϋποθέσεις για την εργασία μου. Τέτοια πρότεινα τη Μυτιλήνη. Τη Μυτιλήνη την ήθελα όχι κυρίως για το μονοτάξιο Διδασκαλείο της (αφού μάλιστα ήμουνα κ’ εναντίον του θεσμού αυτού των μονοταξίων), αλλά για κάποια ευρύτερη εργασία που θα μπορούσα να κάνω εκεί με τη βοήθεια φίλων μου και για να ετοιμάσω το έδαφος για κάποια μελλοντική εργασία σε δικό μου Σχολειό. Εκτός τούτου εκεί θα μπορούσα να συγκεντρώσω τα σκορπισμένα στα τετραπέρατα βιβλία μου, ώστε να μπορέσω να παραγάγω και κάτι το δημιουργικότερο. Εκτός αυτού η Μυτιλήνη ήταν πατρίδα μου και επομένως το έδαφος μού ήταν γνωστό, αν και ήξερα πως θα έπρεπε να παλέψω εναντίον της αδιαφορίας και της εχθρότητας των Μυτιληνιών και εναντίον της αλήθειας ότι «ουδείς προφήτης δεκτός εν τη εαυτού πατρίδι». Η θέση όμως αυτή κατεχόταν από άλλον που και δύσκολο θα ήταν να μετατεθεί και εγώ άλλωστε δε θα ήθελα να ενεργήσω τέτοιο πράγμα παρά τη θέλησή του. Έτσι στην αίτησή μου που τη συνέταξε μάλιστα στον «Εκπαιδευτικό Όμιλο» ο Γληνός, ανέφερα πως μετά τη Μυτιλήνη θα προτιμούσα την Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη. Ο διορισμός μου όμως – προσωρινός όπως μου έλεγαν – έγινε στις Σέρρες, κ’ έτσι επακολούθησε κατόπι η γνωστή συνταραχτική τραγωδία.

Με τέτοια προϋπόθεση πήγα στις Σέρρες. Αμέσως – αμέσως είπα εκεί στο στενό μου κύκλο πως δε θα ήταν δυνατό να μείνω χρόνια στην πόλη αυτή και μάλιστα σ’ ένα τέτοιο Σχολειό που ούτε οίκημα δεν είχε κι ούτε υπήρχε ελπίδα ν’ αποχτήσει γλήγορα. Οι συνεργάτες μου καλά παιδιά που είχαν ενθουσιασθεί μαζί μου λυπήθηκαν γι’ αυτό, τα παιδιά όταν εξώδικα πληροφορήθηκαν ότι θα μετατεθώ έκλαιγαν και γενικά άρχισε να δημιουργιέται γύρω μου μια κατάσταση που με στενοχωρούσε. Γιατί μού γεννιούνταν κάθε μέρα ενδιαφέροντα για τα δυστυχισμένα παιδιά και για ένα μέλλον του Σχολειού αυτού που θα μπορούσα, εάν έμενα εγώ να το δημιουργήσω, όπως θα ήθελα. Όμως ήταν δυνατό να μείνω πέντε και δέκα χρόνια στον τόπον αυτό που η φύση του και οι όροι της ζωής του ήταν κάθε άλλο παρά ελκυστικοί;

Τέλος ήρθε κάποια είδηση πως θα με μεταθέσουν στη Θεσσαλονίκη, στο Διδασκαλείο Θηλέων, που διεύθυνε ο Καραχρίστος και που ήταν σχεδόν δημιούργημά του. Σε συζητήσεις με συναδέλφους ελέγαμε για τα καλά και τα κακά της μετάθεσης αυτής. Η Θεσσαλονίκη βέβαια είναι μεγάλη κι όμορφη πόλη και το Διδασκαλείο της επίζηλη θέση. Όμως ένα πράγμα με τάραζε και με ανησυχούσε. Το Διδασκαλείο αυτό ήταν παλιό, ιδρυμένο από τα 1915, είχε καλή φήμη, επομένως είχε δική του παράδοση. Για τον Καραχρίστο άκουα παντού λόγια θαυμασμού και αγάπης. Εκτός από το Γληνό που μου μίλησε κάποτε σχεδόν με κάποια περιφρόνηση γι’ αυτόν, όλος ο άλλος κόσμος, κυρίως ο εκτός του επαγγέλματος, μιλούσε με πολλή συμπάθεια. Αλλά και οι εκπαιδευτικοί επαινούσαν την εργατικότητά του και το ενδιαφέρον που έδειξε στο Σχολειό του ώστε να κατορθώσει να το επιβάλει στη συνείδηση του κόσμου.

Ένα σχολειό με παράδοση! Αλλά να τι ακριβώς εγώ δε θα ήθελα. Πώς θα μπορούσα εγώ να διατηρήσω τις συνήθειες του Σχολειού αυτού, εγώ που ήθελα κυρίως νέα εργασία, εργασία ανατρεπτική των παλιών γνωστών μεθόδων, να επιχειρήσω; Απ’ όσα άκουα φανταζόμουνα πως ο Καραχρίστος και το Σχολειό του ήταν μια φρόνιμη και συνετή ιστορία που ικανοποιούσε τις ορέξεις και τις ευχές της καλής κοινωνίας. Πώς τώρα να πήγαινα μέσα σ’ έναν τέτοιο κύκλο και σε μια τέτοια παράδοση εγώ που θα ήθελα να την ανατρέψω, αλλά και συνάμα να μη γίνω μισητός; Ορισμένως θ’ αποτύχαινα και θα πήγαιναν άδικα οι κόποι μου, η εργασία και το όνομά μου θα δυσφημιζόταν και η ιστορία αυτή θα άφηνε ίσως παντοτινά μαύρα σημάδια στη σχολική μου σταδιοδρομία, την τόσο λαμπρή ως τα τώρα.

Εξ άλλου συλλογιζόμουνα την εξαιρετική φήμη που είχε δημιουργηθεί γύρω μου στις Σέρρες από τις πρώτες μέρες που πάτησα εκεί. Εδώ είχα να κάνω μ’ ένα Σχολειό που εγώ θα του έδινα τις πρώτες βάσεις και την πρώτη ορμή, με υλικό παιδιών αγνών και δυστυχισμένων που τ’ αγαπούσα και μ’ αγαπούσαν και θα είχα επιτέλους μακριά από επιδράσεις όλη την ελευθερία να δημιουργήσω ό,τι πράγματι θα ήθελα και θα μπορούσα. Η πάλη είχε ήδη αρχίσει μέσα μου και αντίθετα με τις πρώτες αποφάσεις μου και τα γράμματά μου, άρχισα τώρα να εύχομαι να μη γίνει τουλάχιστο για το χρόνο τούτο η μετάθεσή μου, έγραψα μάλιστα και κάτι σχετικά στον Κακούρο που ήξερε και παρακολουθούσε την υπόθεσή μου. Όμως ο Καραχρίστος εντωμεταξύ είχε διορισθεί εκπαιδευτικός Σύμβουλος και η κενή θέση της Θεσσαλονίκης πολιορκούτανε. Έβλεπα ότι κινδύνευα να τη χάσω για πάντα και έφθανα σε πραγματική δυσχέρεια, όταν συλλογιζόμουνα ότι θα έχανα άδικα το χρόνο στις Σέρρες, αφού έβλεπα ότι μια πραγματική δημιουργία εδώ θ’ απαιτούσε χρόνια πολλά, που όμως δε θα μπορούσα και δε θα ήθελα να τα διαθέσω για τις Σέρρες. Ενώ στη Θεσσαλονίκη, κι αν αποτύχαινα ακόμα στο Διδασκαλείο, θα είχα όμως την ευκαιρία να μελετήσω την κατάσταση και να ετοιμάσω για το μέλλον εκεί κάτι ανάλογο που ονειρευόμουνα για τη Μυτιλήνη – αφού αυτή με είχε σχεδόν απογοητεύσει.

Τέλος δυο μέρες προτού αρρωστήσω (κατά τις 23 περίπου του Νοεμβρίου) έλαβα γράμμα από τον Κακούρο που μου έλεγε ότι η μετάθεσή μου για τη Θεσσαλονίκη έγινε. Φαίνεται πως αυτό παρ’ όλους τους ενδοιασμούς μου μού προξένησε μεγάλη χαρά, γιατί όλη την εποχή της αρρώστιας μου, μέσα στις οπτασίες και τα παραληρήματά μου, το άγνωστο Διδασκαλείο της Θεσσαλονίκης (μαζί με τ’ άλλα σχολειά  που έχτιζα στη Μυτιλήνη και στη Χίο, μαζί με το περίφημο Πλωτό Σχολειό), έπαιζε σπουδαιότατο ρόλο.

Η μετάθεσή μου δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 1927, την εποχή που εγώ στις Σέρρες επάλαια μεταξύ ζωής και θανάτου. Εγώ δεν το πήρα καν είδηση κ’ οι δικοί μου, αγωνιζόμενοι να με σώσουν δεν έδωκαν μεγάλη σημασία σ’ αυτό. Στις εφημερίδες της Χίου και Μυτιλήνης γράφηκαν θερμά λόγια για μένα, οι γνωστοί μου χάρηκαν πολύ γι’ αυτή τη μετάθεση, εγώ όμως κι όταν άρχισα να συνέρχομαι ήμουνα τόσο σωματικά και ηθικά συντριμμένος και απογοητευμένος, ώστε φοβόμουνα καν να πιστέψω ότι θα πήγαινα ποτέ στη νέα μου αυτή  θέση ή ότι θα κατόρθωνα πια από δω και πέρα σπουδαία πράγματα. Στην κλινική της Θεσσαλονίκης που έμεινα κάπου 22 μέρες ήρθαν και μ’ επισκέφθηκαν μερικοί καθηγητές και τρία κορίτσια αντιπρόσωποι τάξεων του Διδασκαλείου, κι αυτό με γέμισε χαρά, αν κ’ αισθανόμουνα ότι αυτό μ’ έδενε απέναντί τους με υποχρεώσεις, που αν καμιά φορά πήγαινα στο Σχολειό θα μ’ εμπόδιζαν στην ελεύθερη δράση μου. Κ’ εδώ όπως κι αργότερα, κ’ οι δάσκαλοι και τα παιδιά μού μίλησαν μ’ ενθουσιασμό για τον Καραχρίστο που έχασαν. «Η μετάθεσή του μάς έκαμε πολύ να κλάψουμε» μού είπε ένα κορίτσι – και πρόσθεσε «αλλά μάς είπε πως κι ο νέος διευθυντής που θα έρθει είναι παραπολύ καλός…».

Άλλο τούτο πάλι που μ’ έριχνε σε αμηχανία. Κάποια φήμη φερμένη ίσως από την Αθήνα ή κι από τις Σέρρες γύρω στο άτομό μου προπορευότανε από μένα στη Θεσσαλονίκη. Ο επιθεωρητής Λάγιος είχε λαμπρότατη ιδέα για μένα, κ’ ένα δυο φορές που μ’ επισκέφθηκε στην κλινική με είχε πραγματικά συγκινήσει με τα καλά του λόγια. Όμως από πού κι ως πού; Κανένας δε με ήξερε καλά, εκτός από το Θεοδωρίδη που είχε γίνει καθηγητής του Πανεπιστημίου εδώ, κανένας άλλος δε θα μπορούσε να έχει κάποια ακριβή γνώμη για μένα. Βιβλία δεν είχα, ούτε γνωστή σχολική σταδιοδρομία. Ήταν λοιπόν μια κενή φήμη χωρίς καμιά δικαιολογία, μια φήμη που μονάχα κακό θα μπορούσε να μου κάνει. Όλοι είχαν ακούσει κάτι καλό για μένα και θα περίμεναν με περιέργεια τη δικαιολόγησή του. Έτσι όταν θα πήγαινα στη δουλειά μου, θα βρισκόμουνα κατ’ ανάγκη κάτω από εξεταστικά μάτια, που θα με έκριναν τόσο αυστηρότερα, όσο περισσότερο θ’ απείχα από την εικόνα που ο καθένας κριτής αυθαίρετα, από επιπόλαια ακούσματα, είχε πλάσει μέσα του Έτσι αμέσως – αμέσως δυο κακές συμπτώσεις θα προδιέγραφαν την εντύπωση που θα έκαμνα τουλάχιστο την πρώτη στιγμή της παρουσίας μου. Η εδραιωμένη βαθειά στη συνείδησή τους φήμη γύρω στον Καραχρίστο και η επιπόλαιη και ευκολόσβηστη φήμη γύρω σε μένα που θα ήταν έτοιμη να διαλυθεί με την πρώτη κακή πνοή και να προκαλέσει παντοτινή ίσως απογοήτευση, αντιπάθεια, εχθρότητα γύρω μου.