Κλείστε τα Σχολειά – 2.Ο Δασκαλισμός

Ιδιόχειρη σημείωση στη ράχη της φωτογραφίας : "Σκόπελος τη 13η Μαϊου 1903. Οι μαθηταί της Γ' Τάξεως της Ελληνικής Σχολής Παπάδου. Μιλτιάδης Γ. Κουντουράς". Ο Μίλτος Κουντουράς όρθιος, πρώτος από αριστερά.

Κλείστε τα Σχολειά – 2.Ο Δασκαλισμός

του Μίλτου Κουντουρά

Ο Δασκαλισμός. Η πρώτη αιτία του κακού. Αλλά κι αυτός μπορεί σε άλλες πολυπλοκότερες και παλαιότερες αιτίες ν’ αποδοθεί, και ν’ αναλυθεί σε πολυσχιδέστερες λεπτομέρειες.
Ας περιοριστούμε στην κυριότερη και πιο φανερή άποψή του. Στην ιστορική του γέννηση. Είναι η ρομαντική ονειροπόληση. Η φακίρικη ενατένιση. Το ηλίθιο λίγωμα μπροστά σ’ έν’ ακατανόητο και παρεξηγημένο μεγαλείο. Η ελληνική άποψη του μεσαιωνικού καλογηρισμού. Η συνέχεια της βυζαντινής διαπάλης της αποχαύνωσης προς την πραγματικότητα. Είναι η αιώνια προγονοπληξία.

Οι πρώτες αρχές έχουνε κάποιο σκοπό. Οι Διδάσκαλοι του δούλου Ελληνισμού προσπαθούν να ξυπνήσουν με τέτοια μέσα το βασανισμένο Ρωμιό, να τον κεντρίσουν, να τον φανατίσουν. Οραματίζονται μιαν αναβίωση του Αρχαίου Κόσμου και προσπαθούν να πείσουν τους κακομοιριασμένους ραγιάδες ότι είναι απόγονοι των Θεών.

Δε βλέπουν τ’ αληθινά και ακατανίκητα ελατήρια της Επανάστασης του 21 και πολεμούν να την ερμηνεύσουν και να την τονώσουν κρατώντας στο χέρι έν’ αρχαίο συγγραφέα και μια γραμματική. Ούτε τα δικαιώματα της Ζωής που τα γιγαντώνει σ’ ένα τρομερό Εκδικητή η τουρκική κακοδιοίκηση, ούτε οι οικονομικοί όροι, ούτε τα ευρωπαϊκά συμφέροντα δεν έχουν σπουδαία σημασία γι’ αυτούς. Καθετί που ξετυλίγεται γύρω τους, ακόμη κι όσα έχουν αρχή τους ταπεινές ορέξεις και πρόστυχα ελατήρια, και κινδυνεύουν πολλές φορές να βλάψουν την Ιδέα, εξαϋλώνονται μπροστά στα γυαλένια μάτια των Διδασκάλων που βλέπουν παντού Θεμιστοκλήδες, Λεωνίδηδες, Αριστογείτονες. Ευτυχώς. Υπάρχει ακόμη ένας σκοπός: Η Επανάσταση πρέπει να πετύχει με κάθε μέσο, είτε με τ’ οργισμένο σπαθί τού Κλέφτη, είτε με τη ρομαντική ονειροπόληση του Διδασκάλου.

Τέλος η Επανάσταση πετυχαίνει. Οι σκοποί έχουν εκπληρωθεί. Αλλά τότε ακριβώς που είναι καιρός να σταματήσει ο άσκοπος πια ρομαντισμός, και ν’ αρχίσει η προσήλωση, η μελέτη και η αγάπη της πραγματικότητας, τότε ίσα-ίσα γιγαντώνεται, παραμορφώνεται, εκφυλίζεται, νερουλαίνει. Γίνεται διαφθορά και δηλητήριο. Η ευγενική ενατένιση του Σκούφου, ο σοφός υπολογισμός του Κοραή, ξεπέφτουν στη βαλτωμένη αθηναϊκή περίοδο των Ραγκαβήδων και των Κορακιστών, φτάνουν στην κατάξερη λεξική επιστημοσύνη των Κόντων και καταλήγουν στην κωμική αθλιότητα των Μιστριώτηδων.

Όλα πια τα φαινόμενα της ζωής ερμηνεύονται με τη Γραμματική, το τραγικό αυτό βιβλίο κάθε παρακμής. Δε μπορούνε να καταλάβουν το απλούστατο αυτό φαινόμενο της ζωής, πως ό,τι μια φορά γίνει, είναι αδύνατο πια κατά τον ίδιον τύπο να επαναληφθεί. Και πολεμούν με τυφλό πείσμα να σταματήσουν τη ζωή, που οργά και πάλλεται και κυλάει αιωνίως μεταβαλλόμενη, και να της φορέσουν τις ωραίες ίσως αλλά νεκρές πια προσωπίδες του Αρχαίου Κόσμου, πιστεύοντας πως μ’ ένα τέτοιο μασκάρεμα θα ξαναζήσει και ο αρχαίος πολιτισμός. Και η πρωτοφανέρωτη και φανταχτερή σοφία τους επιδρά νοσηρότατα πάνω σ’ όλη τη διαπαιδαγωγούμενη νέα Ελλάδα και γίνονται, έτσι, οι ποδηγέτες του Έθνους κ’ οι δημιουργοί μιας ουριασμένης πνευματικής και ψυχικής ζωής.

Την πρώτη και καταπληχτική επίδραση παθαίνει ο Δάσκαλος. Και απ’ εδώ πια αρχίζει η θλιβερή του ιστορία. Έχει πιστέψει σαν προφητικά θέσφατα τα λόγια των μεγάλων αρχηγών του και, σ’ όλη του πια τη ζωή, γίνεται ο φανατικός μεταλαμπαδευτής των διδασκαλιών των. Η μετριότητα του μυαλού του, η ξερή και περιορισμένη του μόρφωση, η στενοκέφαλη αντίληψη των όσων διαβάζει, η δοκησισοφία του, είναι αιτίες που θα τον κάνουν να υπερβάλει σε φαμφαρονισμό και ματαιοδοξία τους διδασκάλους του.

Ζει σ’ ένα εντελώς αμόρφωτο περιβάλλον και είναι ξεχωριστός μέσα στον όχλο. Γοητεύεται να μιλά λόγια ακατανόητα από τους χωριάτες που μένουν εκστατικοί μπροστά στη σοφία του, και οι αρχαίες λέξες είναι τότε γι’ αυτόν η προχειρότερη κ’ ευκολότερη ακατανόητη σοφία. Περιφρονεί κάθε σπαρταριστή εκδήλωση της ζωής γύρω του, την αποκαλεί χυδαία και βάρβαρη, και ζητά την καταδίκη και τον αφανισμό της. Τα λόγια του χωριάτη, η ασυγκράτητη ζωηράδα του παιδιού, ο έρωτας, το τραγούδι, η χαρά που κάνει τρέλες, είναι γι’ αυτόν θανάσιμα αμαρτήματα. Οι φυσικοί νόμοι ανατρέπονται όσο δε συμβιβάζονται με τις φυλλάδες που έμαθε απέξω.

Και επιδρά τρομερά στην ειλικρινή και αφελή εξέλιξη της ζωής τού τόπου του. Αναπτύσσεται παντού η υπουλότητα και ψευτιά, και μασκαρεύεται έτσι κάθε παιδί και κάθε άνθρωπος με μια αλαλάζουσα προσωπίδα, που πίσω της όμως ζει και αντιδρά και εξελίσσεται, επηρεασμένη μόνο και παραπατώντας πολλές φορές, η ζωντανή ζωή της Ελλάδας.

Και ναρκωμένη έτσι και άτολμη στην αλήθεια, δεν τολμά η ζωή αυτή ποτέ να επαναστατήσει για να ρίξει και ποδοπατήσει τα είδωλα, που ενώ κατά βάθος δεν τα πιστεύει, τ’ αφήνει όμως παντοτινά σα βραχνάδες να την τυραννούν. Εκδικιέται όμως. Και το πρώτο ιλαστήριο θύμα, που επάνω του θα ξεσπάσει η αντίδραση, είναι αυτός ο νερουλιασμένος δημιουργός τής τέτοιας τύχης του, ο Δάσκαλος.

Αυτός εσάλπισε το σταμάτημα της ζωής και τη σοβαρή τάχα εμφάνισή της και οφείλει, κατ’ ανάγκη πρώτα-πρώτα, να την εφαρμόσει στον εαυτό του. Πρέπει να μιλάει ψεύτικα και σχολαστικά, να είναι οργισμένος μπροστά στο παιδί, να μην κάνει τρέλες στα νιάτα του, να περπατά μετρημένα και να κάνει παντού το σοφό. Έτσι το μυαλό του ουριαίνει και η εξωτερική εμφάνισή του έχει κάτι το αλύγιστο και ηλίθιο. Και ο άλλος κόσμος βλέποντας το θέαμα αυτό που τόσον καιρό το σεβάστηκε, ξεσπάει επιτέλους σ’ ένα ατέλειωτο γέλιο: «Ο Δάσκαλος, ο Δάσκαλος !…». Και τον αποτελειώνει έτσι με την ειρωνεία της η Ζωή που ξέρει χίλιους τρόπους, όταν πατιέται, να εκδικηθεί.

«Ο Δάσκαλος, ο Δάσκαλος!…Και γέρο πια, οιχτρό ερείπιο, τον ανεβάζει στη σκηνή τυλιγμένο στο σάλι και κρατώντας την κλασική του ομπρέλα, και σκάει από τα γέλια, όταν τον ακούει – ρεντίκολο άθλιο -ακόμα και στη δυστυχία του ν’ απαγγέλνει με στόμφο: «Πολλών δεινών…».