Σχολείο και ζωή – 7.Η διχόνοια του προσωπικού

Ο Μίλτος Κουντουράς με τους συνεργάτες του Γιοτσαλίτου, φιλόλογο, Φθενάκη, φυσικό, Καραηλία, μουσικό, Παπαχριστόφορο, μαθηματικό και στη δεύτερη σειρά την Αδαμαντίδου, γυμνάστρια.

Σχολείο και ζωή – 7.Η διχόνοια του προσωπικού

του Μίλτου Κουντουρά

Μεταξύ άλλων, όχι πολύ ειλικρινών πραγμάτων, που μου είχε πει ο Καραχρίστος, ήταν και τούτο: «Πουθενά, σε κανένα Σχολειό της Ελλάδας» μού είπε «δε θα βρεις την αγάπη και την ομόνοια του προσωπικού που βασιλεύει στο Διδασκαλείο». Και μου χαραχτήρισε ύστερα έναν- έναν από το προσωπικό και βρήκε την ευκαιρία να πει για όλους «έναν καλό λόγο». Όλοι ήσαν καλοί άνθρωποι και καλοί δάσκαλοι. Εγώ έμεινα δισταχτικός στα λόγια του αυτά και τού ανέφερα κάτι διασαλευτικό της ομόνοιας που ήξερα κιόλας πως είχε φτάσει στ’ αυτιά του. Αυτός τότε ζήτησε να δικαιολογήσει τα πράγματα, πολύ αδύνατα όμως.

Το βέβαιο είναι ότι εγώ βρήκα τις σχέσεις του προσωπικού σε πολύ κακά χάλια. Έπρεπε να επέμβω, να συμβιβάσω τα πράγματα, να διορθώσω την κατάσταση για να προλάβω περισσότερα. Έπρεπε να πληρώσω εγώ παλιές αμαρτίες του Σχολειού. Αλλά και γενικά τί άλλο εγώ θα έκανα τον πρώτο τουλάχιστο καιρό παρά να πληρώνω τις παλιές αμαρτίες των άλλων και μάλιστα του Καραχρίστου; Ο Αλεξίου, φίλος του Καραχρίστου, αλλά λογικός και τίμιος άνθρωπος, μού είπε κάποτε: Ο Καραχρίστος δε φρόντισε ποτέ για το προσωπικό του. Δεν εμερίμνησε να μορφώσει ούτε παιδαγωγικά, ούτε ηθικά το προσωπικό, ώστε αυτό να μπορέσει να λειτουργήσει κανονικά και κατά την απουσία του. Γι’ αυτό μόλις αποχώρησε το κακό ξέσπασε με τρόπο επικίνδυνο.- Αλλά τέλος πάντων γιατί πράγμα φρόντισε τόσα χρόνια ο πολύς Καραχρίστος;

Από τις πρώτες μέρες που πήγα στο Σχολειό παρατήρησα κάποια ανωμαλία στις σχέσεις των δασκάλων. Πρώτος ο Δρόσος μια μέρα, μόλις δόθηκε αφορμή, μού μίλησε πολύ άσχημα και σφοδρά εναντίον της υποδιευθύντριας κ. Πετυχάκη. Συγκεκριμένως μου ανάφερε τα επόμενα: Η κ. Πετυχάκη είναι παλιά δημοδιδασκάλισσα, χωρίς καμιά παιδαγωγική μόρφωση, που ένας ευεργετικός νόμος (μαζί με την κ. Βαρουξάκη του Αρσακείου Αθηνών και μερικές άλλες) την έβαλε στη θέση αυτή. Δε θέλει ν’ αναγνωρίσει την υπεροχή των άλλων και επιζητά πάντα να δείχνει το εγώ της και τη θέση της. Σε μια εκδρομή που έκαμαν στο Ασβεστοχώρι το κακό που κρυφά μεγάλωνε από καιρό ξέσπασε. Προς το βράδυ αυτή ήθελε να επιστρέψουν νωρίς, στις 5, ενώ ο Καραποστόλου και ο Δρόσος ήθελαν να παραμένουν αργότερα, στις 7. Πάνω στη συζήτηση, τα πράγματα εκτραχύνθηκαν κ’ η Πετυχάκη, μπροστά στα παιδιά, φώναξε: «Εγώ είμαι διευθύντρια, εγώ διατάσσω και οφείλετε να με ακούσετε!». Οι άλλοι δεν την άκουσαν, έγινε το δικό τους και η Πετυχάκη ενικήθηκε.

Ο Δρόσος επί ώρες μού μιλούσε γι’ αυτά τα πράγματα προσπαθώντας να επιρρίψει όλο το βάρος στην υποδιευθύντρια. Υπερασπιζόταν τον Καραποστόλου και προσπαθούσε να με πείσει και να με προδιαθέσει εναντίον της Πετυχάκη γενικά. Μιαν άλλη μέρα με τον ίδιον τρόπο, αν και πολύ πονηρά και διπλωματικά μού μίλησε εναντίον της και ο Καραποστόλου: Εγελοιοποιήθηκε, λέγει, η Πετυχάκη κ’ έχασε το γόητρό της απέναντι στα παιδιά. Κάποτε ο Δρόσος θέλησε να κρατήσει αργότερα στο Σχολειό κάτι παιδιά. H Πετυχάκη τα έδιωξε, ο Δρόσος που τα συνάντησε τα ξαναέφερε πίσω, η υποδιευθύντρια διέταξε πάλι να ξαναφύγουν, ώστε έγινε σούσουρο και το πράγμα σχολιάστηκε πολύ ειρωνικά ανάμεσα στα παιδιά. Εννοείται πως όλος ο κόσμος πήρε είδηση γι’ αυτά που συνέβαιναν και το Σχολειό κινδύνευε να δυσφημισθεί. Όλοι περίμεναν το διευθυντή για να βάλει σε τάξη τα πράγματα, αλλά ο διευθυντής δεν ερχότανε και η κατάσταση από μέρα σε μέρα χειροτέρευε.

Τέλος κάποτε ζήτησε να μού μιλήσει ιδιαιτέρως και η κ. Πετυχάκη. Κυρίως είχε να κάνει εναντίον του Καραποστόλου. Ο Δρόσος παρασυρόταν απ’ αυτόν. Μού ομολόγησε την ανεπάρκειά της στα παιδαγωγικά, όμως μια που ο νόμος την έβαλε στη θέση αυτή, οι άλλοι όφειλαν να τη σεβασθούν. Τόσο στην υπόθεση της εκδρομής, όσο και στο επεισόδιο Δρόσου παιδιών, αυτή ως διευθύνουσα είχε το δίκιο με το μέρος της. Ο Καραποστόλου όμως και ο Δρόσος είναι άνδρες και δείχνουν περιφρόνηση στη διεύθυνση μιας γυναίκας. Έχουν κρυφές ομιλίες με τα παιδιά στα οποία ανακοινώνουν πράγματα εναντίον της. Επηρεάζουν κακά τα παιδιά. Δεν είναι ταχτικοί στο μάθημά τους, προ πάντων ο Καραποστόλου που μπενοβγαίνει σ’ όλες τις τάξεις και σε ώρα εργασίας. Η Πετυχάκη αναγκάσθηκε κάποτε επανειλημμένως να φωνάζει τον Καραποστόλου από την Ε΄ τάξη για να μη ανησυχεί το μάθημά της.

Αλλά η ιστορία που έλαβε μεγάλες διαστάσεις ήταν κείνη που συνέβηκε ανάμεσα στην Πετυχάκη και τη Σγουραμάνη, τη δασκάλα του μονοταξίου Προτύπου. Αυτή κατοικούσε όπως και η Πετυχάκη στο Οικοτροφείο. Φαίνεται πως απ’ εκεί άρχισε σιγά – σιγά και μυστικά η διχόνοια που ξέσπασε τέλος από μια άλλη αφορμή. Το δωμάτιο του Προτύπου μονοταξίου ήταν ανθυγιεινό και η Πετυχάκη θέλησε να μεταφέρει το μονοτάξιο στο Εργαστήριο. Αυτό όμως δεν το ήθελε η Σγουραμάνη γιατί το Εργαστήριο ήταν κοντά στ’ αποχωρητήρια κι όλη η βρομισιά, λέγει, ερχόταν εκεί. Η Πετυχάκη αναγκάστηκε με βίαια μέτρα να την μεταφέρει (μετέφερε τα θρανία κ’ έκλεισε το δωμάτιο του Προτύπου), όμως πάνω σ’ αυτό δημιουργήθηκαν πολλά επεισόδια, κόντεψαν να έρθουν στα χέρια, ανεκατεύθηκε και ο Μαργαρίτης, ο άνδρας της Πετυχάκη, επίσης η Σχολική επιτροπή, ο γιατρός και τέλος, κατόπιν γραπτής αναφοράς της Πετυχάκη και προφορικής της Σγουραμάνη, και ο επιθεωρητής Λάγιος. Στο τέλος βγήκε κερδισμένη η Σγουραμάνη που επανήλθε στο παλιό ανθυγιεινό δωμάτιο του Προτύπου.

Όμως τα πράγματα πια είχαν πάρει πολύ κακό δρόμο. Καθημερινώς, στο οικοτροφείο γίνονταν λόγια μεταξύ τους από χίλιες δυό μικροαφορμές. Η Σγουραμάνη έκαμε κλίκα με τα παιδιά του οικοτροφείου που, επειδή τους φερνόταν φιλικά και τους έδινε πιο πολύ θάρρος, κ’ επειδή φρόντιζε για το φαγί τους κτλ. (έτρωγε μαζί τους) τη συμπαθούσαν πιο πολύ από την Πετυχάκη. Πάνω σ’ αυτά ειπώθηκαν σε δεύτερα και τρίτα πρόσωπα υπόνοιες για την οικονομική διαχείριση του οικοτροφείου που βάραιναν την Πετυχάκη και το Μαργαρίτη και που έφθασαν στ’ αυτιά της Πετυχάκη.

Όταν πέρασε ο Καραχρίστος από τη Θεσσαλονίκη, έμαθα πως η Σγουραμάνη πήγε και του εξέθηκε ολ’ αυτά, προτού ακόμα σ’ εμένα ν’ αναφέρει τίποτε. Επίσης ο Λάγιος , ο επιθεωρητής μια μέρα μού είπε πως θα μού στείλει την αναφορά της Πετυχάκη και να κάνω ό,τι θέλω αφού πρώτα εξετάσω καλά την υπόθεση. Μού είπε και για την ανικανότητα της Πετυχάκη και για την αθυροστομία και τη νευρικότητα της Σγουραμάνη. Εν τω μεταξύ ο Δρόσος και ο Καραποστόλου μού είπαν εναντίον της Πετυχάκη και υπέρ της Σγουραμάνη, την οποία σχεδόν εξεθείαζαν!

Εγώ είχα έρθει τον λίγο τελευταίο αυτόν καιρό στο Σχολειό με σκοπό να μη επέμβω δραστήρια ούτε στο παιδαγωγικό τους πρόγραμμα, ούτε στ’ ατομικά τους. Όλα τ’ άφηνα για το Σεπτέμβριο. Τους το είπα άλλωστε επανειλημμένως ότι εγώ τον λίγο αυτόν καιρό είμαι σα φιλοξενούμενος στο Σχολειό και τους παρακάλεσα να εξακολουθήσουν τη δουλειά τους, στην οποία εγώ θα έπαιρνα μέρος παρατηρητή και μελετητή ώστε το Σεπτέμβριο να βρεθώ κατατοπισμένος και να ξέρω τι θα κάμω. Ήμουν άλλωστε από την αρρώστια μου ακόμα αδύνατος, γι’ αυτό τους παρακάλεσα να μη περιμένουν και να μη απαιτούν τώρα από μένα πολλά πράγματα.

Όμως ήταν αδύνατο να μη επέμβω σ’ όλα τα πράγματα δραστηριότερα. Για το παιδαγωγικό μέρος θα μιλήσω παρακάτω. Τώρα έπρεπε να ταχτοποιήσω κάπως τη θλιβερή και σιχαμένη αυτή κατάσταση.
Τα παιδιά του Οικοτροφείου είχαν φύγει και μονάχα καμιά 10ιά τελειόφοιτες έμεναν που έδιναν εξετάσεις. Μια μέρα η Πετυχάκη μ’ εκάλεσε από το σπίτι. Όταν πήγα με πληροφόρησε πως τα παιδιά του οικοτροφείου κ’ η Σγουραμάνη έδιωξαν τη μια υπηρέτριά τους, γιατί, λέγει, δε μπορούσαν να τρέφουν τρεις επιπλέον ανθρώπους, την πλύστρα, την υπηρέτρια του Σχολειού, που τους έκαμε κι αυτή δουλειές, τη μαγείρισσα και το παιδάκι της. Κάλεσα αμέσως σε συνεδρίαση το οικοτροφείο. Η Σγουραμάνη έδειξε κάποια δυστροπία, λέγοντας πως είναι άρρωστη, όμως επέμενα να έρθει. Ζήτησα πληροφορίες κυρίως από τα παιδιά. Ήθελα αυτά να μιλήσουν ελεύθερα. Παρατήρησα αμέσως ότι φοβούνταν να μιλήσουν, αν και ήταν τελειόφοιτες και μόνο ύστερ’ από επίμονη προτροπή μού είπαν τη γνώμη τους. Ναι, ήθελαν να φύγει η μαγείρισσα, γιατί δε μπορούσαν να τρέφουν χωρίς λόγο πολλούς και γιατί υπάρχουν υπόνοιες ότι έκλεβε. Φυσικά συντάχθηκα με το μέρος των παιδιών. Είπα να πληρωθεί και να φύγει η μαγείρισσα και προτίμησα, όπως ήταν και η γνώμη των άλλων να μην την καταδιώξω για τις υπόνοιες κλοπής, αφού άλλωστε δεν επρόκειτο και για σπουδαία πράγματα. Εξέφρασα όμως την κατάπληξή μου πώς δεν την είχαν διώξει προ πολλού αφού προ πολλού υπήρχε τέτοια υπόνοια. Η Πετυχάκη μού είπε ότι δεν ήταν εύκολο να βρεθεί άλλη.

Αλλά πάνω στη συζήτηση συχνά παρεξετράπησαν η Σγουραμάνη και η Πετυχάκη σε διαλογικές αντεκδικήσεις, τόσο που αναγκάσθηκα να τις χαραχτηρίσω ως απολίτιστες. Όταν όμως η Σγουραμάνη πέταξε και κάποια υπόνοια καταχρήσεως εναντίον του Μαργαρίτη και η Πετυχάκη έβαλε τις φωνές, τότε πια είπα πως η συνεδρίαση τελείωσε, για να αποσυρθούν τα παιδιά. Πρωτύτερα εντούτοις είπα στα παιδιά ότι σωστό ήταν να φύγει η μαγείρισσα όμως αυτό έπρεπε να γίνει μετά απόφαση της Διεύθυνσης που την είχε διορίσει και όχι προτού αυτή πάρει είδηση. Τα παιδιά είπαν πως το ανάφεραν πρωτύτερα στην Πετυχάκη, ενώ αυτή τέτοιο πράγμα δε μού είπε, και έτσι την έπιασαν σχεδόν να ψεύδεται.

Όταν έφυγαν τα παιδιά κάλεσα τις δυο αντιμαχόμενες στο γραφείο μου. Τους εξέθηκα την ασχημία της κατάστασης που φταίνε εξίσου κ’ οι δυό, μα πιο πολύ η Σγουραμάνη που όφειλε να υποταχθεί στη θέληση της υποδιευθύντριας και όχι να κάνει πάντα αντίθετα από ό,τι τη διέταζαν. Είπα πως θέλω να συμβιβάσω τα πράγματα και επομένως να μιλήσουν συγκρατημένα. Άδικα λόγια. Γεμάτες μίσος εστρίγγλιζαν κ’ οι δυό τους, αλλά προ παντός η Σγουραμάνη, που από τη φύση είναι νευρική και σφοδρότατη στις εκφράσεις της. Αλληλοϋβρίσθηκαν επανειλημμένως παρά την προσπάθειά μου ν’ αποδώσω και στις δυό δίκιο και να επιφέρω τη γαλήνη και τη λήθη, γιατί ο σκοπός του Σχολειού μου έπρεπε να είναι άλλος πολύ διαφορετικότερος απ’ ότι τον φανταζόταν οι δυό αυτές γυναίκες. Άδικος κόπος. Είδα ότι καταβάθος είχα να κάμω με άξεστους ανθρώπους, που για να επιφέρω τη γαλήνη έπρεπε να μεταχειριστώ χοντρά μέσα. Κ’ έτσι σε μια στιγμή παροξυσμού, ύψωσα κ’ εγώ τη φωνή μου, τους είπα πως πολύ λάθος με αντιλήφθηκαν, πως εγώ τέτοιες θεσούλες τις πετώ κατάμουτρα σ’ οποιονδήποτε κ’ εννοώ να υποταχθούν αν δε θέλουν να πεταχθούν με τις κλωτσιές κι από το γραφείο κι από το Σχολειό. Ησύχασαν. Μού υποσχέθηκαν πως αποδώ κ’ εμπρός κι αν δεν αγαπηθούν, όμως θα φροντίσουν να μη φέρουν στη μέση κανένα ζήτημα αποφεύγοντας κάθε αφορμή. Όμως εγώ καταλάβαινα πως αυτό δεν ήταν λύση, κι από τότε μέσα μου επάρθηκαν ορισμένες αποφάσεις που θα τις πραγματοποιούσα σιγά – σιγά στο μέλλον.

Την άλλη μέρα έλαβα γράμμα από το Μαργαρίτη, που ζητούσε να με μιλήσει και να ζητήσει ικανοποίηση από τη Σγουραμάνη. Συγχρόνως τα παιδιά του οικοτροφείου ζήτησαν να με μιλήσουν ιδιαιτέρως.

Ήθελα να με μιλήσουν τα παιδιά. Τα κάλεσα μιαν ώρα. Μου μίλησαν πολύ σεμνά και πολύ καθαρά. Φοβόνταν μπροστά στις άλλες να μιλήσουν. Έτσι έδειξε η όλη αυτή ιστορία τη γελοία ιδέα και ο Καραχρίστος και όλοι οι συνεργάτες του είχαν για την Κοινότητα που προσπάθησαν τάχα να εφαρμόσουν στο οικοτροφείο. Καμιά ειλικρίνεια. Καμιά αυτενέργεια. Καμιά αγωγή. Καμιά συνεργασία. Αθλιότητα πέρα -πέρα και στο χώρο που συγκεντρώνονταν, και στην εργασία και στους κανονισμούς των και στις συνεδρίες των και στο φαγί τους και στην όλη αγωγή πέρα -πέρα. Απολύτως καμιά ιδέα δεν είχαν γι’ αυτά τα πράγματα. Είχαν ακούσει μονάχα το όνομα κοινότης και νόμιζαν πως αν έκαναν ένα ταμία και ένα γραμματέα τέλειωναν κιόλας τα πράγματα. Κατ’ ουσία εξακολουθούσε κ’ εκεί η παλιά απολυταρχική ζωή του Σχολειού και η κοινότητα ήταν ένας θεσμός που θα επαύξανε τα ελαττώματα και τις κακίες του ελληνικού Σχολειού. Οι πρώτοι και οι μόνοι αίτιοι ήταν οι δάσκαλοι κ’ έπρεπε απ’ εκεί ν’ αρχίσει κανείς τη μεταρρύθμιση. Έπρεπε να ηθικοποιηθεί πρώτα το προσωπικό, αυτό πρώτα να μπει σε νόμους και να ενασκήσει την αρετή, για να επακολουθήσει κατόπι ο πολύ πιο εύκολος και ευμάλαχτος παιδικός κόσμος. Για την ώρα το ελληνικό Σχολειό είναι πρόβλημα και ζήτημα δασκάλου και σπιτιού, κατά δεύτερο λόγο Κοινωνίας και Κράτους, και τελευταία παιδιού.

Τα παιδιά με πληροφόρησαν λογικότερα και καθαρότερα από κάθε άλλο για την κατάσταση. Ότι μου είπαν ήταν σωστό και αγνό, ό,τι άφηναν να φανεί κάτω από τα λόγια τους, ήταν η αθλιότητα της οργάνωσης και της κοινότητας και του οικοτροφείου και του Σχολειού γενικά. Δεν ήταν ζητήματα χθεσινά μονάχα. Ήταν μια ολόκληρη παράδοση σχολική, που την ευθύνη ακέρια την έφερνε ο πρώτος οργανωτής, ο πρώτος που τίποτε δεν έκανε το βαθύτερο, ώστε να ανακαινίσει μια παλιά άθλια παράδοση. Ό,τι φαινόταν καλό κ’ είχε στερεώσει τη φήμη του σχολειού, ήταν επιφανειακό και τσαρλατάνικο. Γι’ αυτό και όλες οι κακίες έντονα ξεπετάχτηκαν μετά την αποχώρηση του Καραχρίστου, αφού πρωτύτερα στις μέρες του τράφηκαν μυστικά και ωρίμασαν άνετα κάτω από χρυσαλοιφές!
Τα παιδιά μού μίλησαν κυρίως εναντίον της Πετυχάκη, αλλά σεμνά και χωρίς να την αδικήσουν. Δεν έδειχνε πραγματικό ενδιαφέρο για το οικοτροφείο. Κοίταζε τον εαυτό της και την οικογένειά της. Ενώ η Σγουραμάνη έτρωγε μαζί τους και φρόντιζε για το φαγί. Η Πετυχάκη ξόδευε για τον εαυτό της πολύ ηλεκτρικό φως, αλλά δε θέλουν ούτε αυτή, ούτε το Μαργαρίτη να κατηγορήσουν για κατάχρηση, όπως πολύ άσχημα (τα παιδιά σύσσωμα αποδοκιμάζουν) έριξε, πάνω στα νεύρα της, την υπόνοια η Σγουραμάνη. Εντούτοις τα παιδιά παρατηρούν και τα ελάχιστα πράγματα και είναι κίνδυνος στο μυαλό τους να μεγαλοποιηθούν, αν μάλιστα βρεθεί κανείς να τους υποβάλει μια υπόνοια. Έτσι π.χ. δεν ξέρουν τι ακριβώς έγινε με το ιδιαίτερο ταμείο που κρατούσε η Πετυχάκη, με τον τόκο των χρημάτων κτλ. Τους εβεβαίωσα ότι ολ’ αυτά θα εξετασθούν μέχρι λεπτομερείας.

Μετά μια – δυό μέρες φώναξα το Μαργαρίτη. Μ’ έναν άντρα μπορεί κανείς καλύτερα να συνεννοηθεί, αν κι αυτός επηρεασμένος από τη γυναίκα του κι ανακατεμένος στις σιχαμερές αυτές ιστορίες δεν έδειξε αμέσως – αμέσως σημεία διαλλαγής. Ίσως μάλιστα, αν είχε να κάνει με άλλον μπέρδευε τα πράγματα περισσότερο. Μαζί μου όμως φάνηκε μαλακός και η αρχική του επιμονή στο να ζητά ικανοποιήσεις επίσημες κτλ. εξατμίσθηκε σιγά – σιγά και ξεχάστηκε. Εγώ του έδειξα δυο δρόμους: Ή να δείξει πνεύμα διαλλακτικό και να εγκαταλείψει μια και καλή όλες αυτές τις ιστορίες επιδρώντας και στη γυναίκα του, ή να επιμείνει στην άποψή του, οπότε εγώ θα ήμουν υποχρεωμένος να κάνω ευρύτατες και λεπτομερείς ανακρίσεις που θα ζημίωναν κι αυτούς και το Σχολειό γενικά. Προτίμησε το πρώτο που του σύστησα κ’ εγώ γιατί εγώ ήθελα να ξεχαστούν όλα τα περασμένα και ν’ ανοιχτεί από δω κι’ εμπρός νέα περίοδο εντελώς αλλιώτικη από την πρώτη. Αυτό το είδαν όλοι. Γι’ αυτό σιγά – σιγά έπαψαν οι αντεγκλίσεις, κανείς πια δεν τολμούσε να μου πει τίποτα και βλέποντας πόσο εγώ ολόψυχα αφιερωνόμουνα και εργαζόμουνα για πολύ σπουδαιότερα και υψηλότερα πράγματα, άρχισαν κι αυτοί σιγά – σιγά γι’ αυτά να ενδιαφέρονται. Ήλπιζα ότι με τον τρόπο αυτό αργότερα και η ανάμνηση μόνο των παλιών αυτών γεγονότων θα τους φέρνει ντροπή μέσα σ’ ένα νέο περιβάλλον που ο διευθυντής μέχρι ενθουσιασμού και πόνου εργαζότανε για μεγάλες αρχές και που τα ατομικά του έπαιρναν στην κίνηση του Σχολειού μια εντελώς παραπεταμένη θέση.

Είχα βρει όμως αφορμή από την ιστορία αυτή να πω κάτι που από καιρό με δυσκόλευε: Ήθελα την αναδιοργάνωση του οικοτροφείου. Πρώτος όρος όμως ήταν να φύγουν από μέσα και οι Πετυχάκηδες και η Σγουραμάνη. Και το είπα φιλικά και στην Πετυχάκη και στον άνδρα της. Γενναίο από μέρους τους, ύστερ’ απ’ αυτά θα ήταν να τα μούντζωναν τάχα και να εγκατέλειπαν το οικοτροφείο. Στην αρχή ταράχτηκαν και δικαιολογήθηκαν δήθεν ότι η αποχώρησή τους θα μαρτυρούσε την ενοχή τους. Απάντησα: Τάχα η εγκατάλειψη του Μαργαρίτη της φροντίδας των ψώνιων του οικοτροφείου μετά τη διάδοση περί δήθεν καταχρήσεων ήταν επιβεβαίωση ενοχής; Ας γίνει κάτι τέτοιο και με το οικοτροφείο. Μετά πολλούς ενδοιασμούς η Πετυχάκη μού είπε μια μέρα να τους ορίσω πρωτύτερα την εποχή που θα φύγουν για να βρουν σπίτι. Είπα ότι δεν είναι ανάγκη να βιάζονται. Αυτό ας γίνει τον Οκτώβριο ή και αργότερα – αδιάφορο. Έτσι διευθετήθηκε κι αυτό.

Η Σγουραμάνη όμως, λόγω του σφοδρού και ιταμού χαραχτήρα της ξαναδημιούργησε μικροϊστορίες. Έδειξε την τάχα νίκη της στο ζήτημα της αποπομπής της μαγείρισσας, ώστε η Πετυχάκη νόμισε πως δεν είχε πια θέση εκεί και δεν ξαναπάτησε πια στο εστιατόριο και στο μαγειρείο, ούτε ήθελε να ενδιαφέρεται για το οικοτροφείο. Έτσι σχεδόν χωρίς επιτήρηση οι δέκα τελειόφοιτες μπαινόβγαιναν στο Σχολειό κ’ έμεναν πολλές φορές – κυρίως τις 5-6 τελευταίες μέρες – αργά στη νύχτα έξω και στο δρόμο του Σχολειού. H Σγουραμάνη επέστρεφε συχνά πολύ αργά τη νύχτα. Κανείς πια δεν έδινε άδεια εξόδου. Αυτά εγώ δεν τα είχα αντιληφθεί, οπότε μια μέρα έλαβα εν’ ανώνυμο γράμμα που μού έλεγε ότι τα κορίτσια του οικοτροφείου ερωτοτροπούν τη νύχτα απέξω από το Διδασκαλείο, πως το σχολειό παρέλυσε και τέτοια. Δεν είπα σε κανένα τίποτε, εκτός από την Πετυχάκη που την κατέστησα προσεκτική και υπεύθυνο και μίλησα σφοδρά στο θυρωρό Μπαρμπαγιώργη, που ήταν υπεύθυνος για την κυκλοφορία και το άνοιγμα της πόρτας πέρα από ορισμένη ώρα. Φυσικά, αυτά ήταν εναντίον των αρχών μου. Δε θα ήθελα με κανένα τρόπο να κάνω φυλακή το οικοτροφείο. Ούτε θα ήθελα να εμποδίσω τους ελεύθερους περιπάτους των παιδιών, ούτε καν την απόλυτη ελευθερία της ζωής των. Όμως τώρα, τον τελευταίο αυτό μήνα, τις τελευταίες μέρες δεν ήθελα ν’ αλλάξω τα πράγματα. Αλλά ούτε και το Σεπτέμβριο αμέσως – αμέσως θα δώσω την ελευθερία που θέλω και που φαντάζομαι. Αυτή θα δοθεί αργότερα, όταν πρώτα σχηματισθεί το ηθικό περιβάλλον του Σχολειού με την κοινότητα και τ’ άλλα μέτρα. Τότε θα τεθούν νόμοι που θα τους νομοθετήσουν τα ίδια τα παιδιά και αυθόρμητα θα κληθούν να τους εφαρμόσουν, τότε θα γίνουν πραγματικά ελεύθερα, όταν ακολουθήσουν με χαρούμενη σκληρότητα τους νόμους που αυτά τα ίδια εθέσπισαν.

Τέλος η Σγουραμάνη έκαμε και κάτι άλλο. Έγινε αιτία τη μέρα της εορτής των Προτύπων, να μαλώσουν η διευθύντρια του Πολυταξίου Σιναπίδου με τη δασκάλα Αλεξίου. Το ζήτημα ήταν ανόητο. Η Αλεξίου τοποθέτησε τα εργόχειρα των παιδιών στην αίθουσα της τάξης της και κλείδωσε την πόρτα. Όταν και της Σγουραμάνη [η τάξη] κατέβηκε να πάει εκεί τα δικά της εργόχειρα η Αλεξίου δεν ήταν εκεί. Η διευθύντρια, που βέβαια θα είχε προηγούμενα μαζί της, διέταξε να παραβιάσουν την πόρτα. Όταν η Αλεξίου ήρθε, είπε σφοδρά λόγια στη Σιναπίδου και συνάμα παραπονέθηκε σε μένα για την παραβίαση. Η Σιναπίδου επίσης αναφέρθηκε σε μένα και η καθεμιά τους προσπαθούσε να δικαιολογηθεί. Πάλι επενέβηκα συμβιβαστικά. Αλλ’ απ’ αυτό και κάτι άλλα παρατήρησα ότι διχόνοια υπήρχε και στα Πρότυπα μεταξύ Σιναπίδου και Σγουραμάνη από το ένα στρατόπεδο και της Αλεξίου και Ελίζας Πετυχάκη από το άλλο. Για την τελευταία αυτή μια μέρα η Σιναπίδου ήρθε κλαίοντας και μού ανάφερε τα επόμενα. Τον καιρό που ήταν άρρωστη κι απουσίαζε από το Σχολειό η Πετυχάκη (υποδιευθύντρια) έκαμε αίτηση στο Υπουργείο ζητώντας να παυθεί η Σιναπίδου από τη θέση της διευθύντριας του Προτύπου και αντ’ αυτής να διορισθεί η αδελφή της Ελίζα. Συνάμα μού είπε εναντίον της Πετυχάκη Στυλ. πως και άλλοτε πριν από χρόνια, όταν ήταν λεύτερη η Σιναπίδου, έκαμε αναφορά που τηνε χαρακτήριζε για πρόστυχη γυναίκα και τα όμοια. Όμως αυτά ήταν περασμένα. Σχετικά με την τελευταία αίτηση εξέτασα, αλλά δε βρήκα τίποτε στο Πρωτόκολλο. Μετά την τελετή του Προτύπου η Αλεξίου ήρθε πάλι και μου παραπονιόταν ότι από το δωμάτιο των εργοχείρων κλέφτηκε ένα ξένο σεντόνι αξίας τουλάχιστο 250 δραχμών. Αυτό το γεγονός σε συνδυασμό με τα παραπάνω προκαλεί πολλές σκέψεις. Είπα να φροντίσουν όπως μπορούν να το βρουν, όμως τα φυλάω ολ’ αυτά μέσα μου, γιατί θαρρώ πως κάποτε θα τα χρησιμοποιήσω όπως πρέπει για την εκκαθάριση…

Και πάλι η Σγουραμάνη. Μια μέρα με σταμάτησε στο δρόμο για να μού πει πως φεύγει και πως δε μπόρεσε να διαθέσει τα πουλάκια και τα κουνέλια του Προτύπου. Συνάμα πάνω στη φλυαρία της μού είπε εναντίον της Πετυχάκη κάτι. Την διέκοψα κ’ έφυγα. Πήγα στο Σχολειό και της παράγγειλα να μη απομακρυνθεί προτού τακτοποιήσει τα πουλάκια. Όταν την είδα της μίλησα πολύ αυστηρά. Κι όταν μού ανέφερε ότι τέτοιος είναι ο χαραχτήρας της, της είπα πως έχει ως το Σεπτέμβριο καιρό να σκεφθεί αν για το ερχόμενο έτος θα μπορέσει ν’ αλλάξει το χαραχτήρα της αυτόν. Ήταν η πρώτη άμεση απειλή σε ένα μέλος του προσωπικού μου. Πολύ σύντομα. Όμως έχω την απόφαση για τους κακούς να κάνω το περιβάλλον του Σχολειού τόπο κόλασης που να μη είναι δυνατό να ζήσουν. Ή το Σχολειό και το περιβάλλον του θα γίνει πολύ καλό, πολύ ηθικό, πολύ τίμιο, πολύ ανώτερο από τα συνηθισμένα, ώστε οι κακοί να μη έχουν θέση εκεί, ή εάν αποτύχω, αυτό θα μου δείξει ότι εγώ δε θα ’χω θέση εκεί μέσα, ώστε να αποχωρήσω προτού η πολιτική και κομματική διαφθορά με διώξει…

Προσπαθούσα πάντα να συμβιβάσω τα πράγματα, αλλά η προσπάθειά μου αυτή είχε όρια. Συμβουλευόμουνα και άλλους ώστε η ενέργειά μου να μη είναι αυθαίρετη και η κρίση μου της στιγμής. Πολλές φορές π.χ. μίλησα για τα παραπάνω με τον Καραμπλιά που ήταν ο γεροντότερος και ο φρονιμότερος απ’ όλους και τον οποίο, συχνά τούς είπα, έπρεπε να έχουν διαιτητή στις διενέξεις των τότε που δεν είχαν διευθυντή. Στο τέλος όμως ξεσπούσα άγρια. Και γενικά τούς είπα και θα τούς τα ξαναπώ το Σεπτέμβριο: Το Σχολειό δεν είναι τόπος ενασκήσεως των ατομικών ελαττωμάτων των. Είναι απεναντίας τόπος ενασκήσεως αρετής και υποχωρήσεως του ατόμου χάριν της ολότητας και της κοινωνίας. Αλλά εάν τυχόν φανερωθούν ζητήματα, αυτά θα λύονται ή μεταξύ των αντιμαχομένων ειρηνικά με αμοιβαίες υποχωρήσεις ή το πολύ μέσου της Διεύθυνσης. Ζήτημα που θα βγει από τα σύνορα του Σχολειού και θα φθάσει σε επιθεωρητή ή Υπουργείο σημαίνει ότι θα δημιουργήσει τέτοια κατάσταση στη σχολική ζωή που η διευθέτηση της ν’ απαιτεί χωρίς άλλο την απομάκρυνση ενός από τους διαμαχομένους. Αλλιώς η ζωή του Σχολειού βλάπτεται ουσιωδέστατα και καμιά άλλη μέση λύση δε θα μπορέσω να παραδεχτώ. Γι’ αυτό θα κάμω και κοινότητα, γι’ αυτό θα έχω το Σύλλογο των καθηγητών, γι’ αυτό θα είμαι κ’ εγώ εκεί ως διευθυντής. Ό,τι δε θα μπορέσει ο διευθυντής, ή ο Σύλλογος ή η Κοινότητα να διευθετήσει, μάταια θα το προσπαθήσει οποιοσδήποτε άλλος. Συνεργασία όχι αυτοπροαίρετη, αλλά κατόπιν διαταγών ανωτέρων αρχών δεν είναι συνεργασία. Και περαιτέρω παραμονή ενός ανεπιθύμητου και δύστροπου μέλους μέσα στον κύκλο μας μόνο καταστρεπτικά στην όλη ζωή μας μπορεί να επιδράσει. Γι’ αυτό στην αρχή θα τον παρακαλέσουμε κ’ ύστερα θα τον αναγκάσουμε να απομακρυνθεί και να αφήσει ήσυχη τη ροή της εργασίας μας που θα έχει άλλους, πολύ μεγαλύτερους από τα ατομικά μικροσυμφεροντίδια και εγωισμούς και ορέξεις του, σκοπούς!